Η αληθινή αγάπη δεν έχει τέλος

Η αληθινή αγάπη δεν έχει τέλος

«Γεια και χαρά σας, Αγάπες μου γεια χαρά σας!
Ας ήταν όνειρο που είμαι μακριά σας…»

Με τους στίχους αυτούς, από το «Γράμμα» της Χαρούλας Αλεξίου, κρυφομιλώ μαζί σας κάθε πρωί…
Κάθε πρωί, από τη μέρα που μου έφυγες κι εσύ Slimmaki μου και πήγες να βρεις τη Biggy μας, την αδελφούλα σου!

Θυμάμαι τη μέρα που σας συνάντησα…
Ήταν ένα πολύ ζεστό απόγευμα του Ιούλη του 2004, όταν σας βρήκα πεταμένες στα σκουπίδια, μέσα σε μια σφιχτά δεμένη σακούλα! Ήσασταν μόλις 2 ημερών με τον ομφάλιο λώρο ακόμα, δυό τόσο δα μικρά πλασματάκια που χωρούσατε στη μια χούφτα μου και περίσσευε κιόλας!
Δώσατε ένα μεγάλο αγώνα για να κρατηθείτε στη ζωή και τελικά τα καταφέρατε!
Κι έτσι, δεθήκαμε οι τρεις μας σε μια σχέση δυνατή, με μια αγάπη ασύγκριτη, διαφορετική!

Μα σαν τη δική σας σχέση, σαν τη δική σας αγάπη δεν ξανάδα!
Από εκείνη τη μέρα, τη μέρα που παλεύατε να πάρετε ανάσα μέσα στη σακούλα, εκείνη την πρώτη σας αφιλόξενη και ασφυκτική «φωλιά» και για όλη την υπόλοιπη ζωή σας, ήσασταν πάντα και παντού μαζί! Δεν πέρασε, ούτε ένα λεπτό της ζωής που να το περάσατε η μια χωριστά από την άλλη!
Η Biggy μας, ήταν διαφορετικός χαρακτήρας από σένα, άλλη προσωπικότητα, θαρραλέα, δυναμική, κοινωνική, εκδηλωτική, προστατευτική!
Εσύ, ήσουν πάντα μοναχική, απρόσιτη, ντροπαλή, ιδιαίτερη! Έτρωγες μόνο όταν έτρωγε, έπαιζες μόνο όταν έπαιζε, κοιμόσουν μόνο όπου ήταν και ήσουν πραγματικά χαρούμενη μόνο κοντά της!
Τις φορές που καταδεχόσουν να έρθεις και στη δική μου αγκαλιά, ή να παίξεις μαζί μου, μόνη σου χωρίς τη Biggy μας, ήταν γιορτή για μένα!
Όμως, συμπληρώνατε η μια την άλλη, μ΄ έναν τόσο μοναδικό τρόπο που σας έκανε Ένα!
Υπήρχε μεταξύ σας ένα απόλυτο, σπάνιο, ξεχωριστό δέσιμο και για μένα ήσασταν το σύμβολο της αιώνιας αγάπης!
Δε μπορούσα, ούτε να φανταστώ τη στιγμή που θα χωριστείτε, που θ΄ αναγκαστεί η μια να ζήσει χώρια από την άλλη!

Μα η ζωή είχε άλλα σχέδια… Και δυστυχώς, αυτή η στιγμή ήρθε!
Η Biggy μας, έφυγε από κοντά μας πριν λίγο καιρό κι εσύ παραιτήθηκες από την πρώτη κιόλας μέρα!
Η φυγή της, ήταν και για μένα ένα μεγάλο πλήγμα, αλλά για σένα ήρθε το τέλος του κόσμου!
Αρρώστησες…, αρνήθηκες να φας, να πάρεις τα φάρμακά σου, να παίξεις, να κοιμηθείς ξανά στο κρεβάτι μας που ήταν η φωλιά σας όλ’ αυτά τα χρόνια!
Πενθούσες για τη φυγή της, μ’ ένα τόσο σπαρακτικά συγκινητικό τρόπο που μου κομμάτιαζε την καρδιά!
Ένιωθα τόσο ανήμπορη μπροστά σ’ όλο αυτό, μη ξέροντας τι να κάνω για να είσαι καλά!
Γιατί μπορεί στη δική σου παρουσία, όταν έφυγε η Bigy μας, εγώ να έβρισκα την παρηγοριά, γιατί ήταν σα να είχα κι εκείνη εδώ, όμως εγώ εσένα, πως να σε παρηγορήσω;
Εσένα, που ήσουν πάντα το παιδάκι μου το ευαίσθητο, το ευάλωτο, το μικρό μου χαϊδεμένο και τώρα το τόσο φοβισμένο κι αβάσταχτα πληγωμένο;
Πως να γιατρέψω την ψυχούλα σου;
Η αγάπη μου έλεγα… η αγάπη μου, ίσως τα καταφέρει...

Κι έγινες η πιο μεγάλη έννοια μου, η πρώτη σκέψη μου κάθε στιγμή κι όλα περιστρέφονταν γύρω από σένα!
Πάλεψα με τις αρρώστιες, με το χρόνο, με το φόβο, με την αγωνία, με την απελπισία, με τα θέλω μου, με τα πρέπει, με τη συνείδησή μου, όμως… πάντα ενάντια στα δικά σου θέλω!
Με κάθε δικό σου τρόπο μου έλεγες: «Δε θέλω άλλα φάρμακα μανούλα, ούτε να φάω θέλω… Θέλω μόνο να πάω κοντά της…»
Κι εγώ, που πάντα πάλευα για να σωθεί μια ζωή κι ήξερα τι έπρεπε να κάνω, τώρα με σένα τα είχα βρει τόσο σκούρα…
Δεν ήξερα τι να κάνω…
Γιατί έρχεται εκείνη η στιγμή στη ζωή σου, που δε βρίσκεσαι απλά απέναντι στη θέληση κάποιου, αλλά αντιμέτωπος με τον ίδιο σου τον εαυτό…!
Δεν ήθελα ν’ ακούσω, δε μπορούσα να το πιστέψω, μου ήταν αδύνατο να το δεχθώ κι έκανα απεγνωσμένες προσπάθειες για να σε κρατήσω με μια λαχτάρα που όλο γιγάντωνε μέσα μου!

Όμως, η δική σου λειψή κι αφόρητη ζωή χωρίς Εκείνη, η δική σου ερημιά, το θλιμμένο σου βλέμμα, ο βουβός σου πόνος, ο φόβος που έβλεπα στα μάτια σου κι ο πανικός σου να τρέξεις να κρυφτείς, με ταρακούνησαν, μ΄ έκαναν να βλέπω όσα δεν ήθελα και δε μπορούσα μέχρι τότε να δω!
Μου έδειχνες τόσο πεισματικά, αλλά και τόσο πειστικά κάθε μέρα, πως η αληθινή, η παντοτινή αγάπη μας ξεπερνάει και πάει πέρα από εμάς! Η αγάπη αυτή απελευθερώνει…
Κι έτσι, παραιτήθηκα… Σεβάστηκα τα δικά σου θέλω Άγγελέ μου και σ΄ ακολούθησα! Εσύ με οδηγούσες πια κι έκανα, ότι ήθελες…
Γιατί το μόνο που είχε πραγματική σημασία για μένα, ήταν να είσαι εσύ ήρεμη, να νιώθεις ασφαλής κοντά μου και να ζήσεις εδώ, όσο θέλεις και πάνω απ΄ όλα, όπως θέλεις…, χωρίς να φοβάσαι τίποτα και κανέναν!
Να μη φοβάσαι τις θεραπείες, τα φάρμακα, το γιατρό, το φαγητό… το άγγιγμα... την αγκαλιά…
Ίσως, μόνο έτσι θα μπορούσαν οι μέρες κοντά μας να είναι πιο ήρεμες, πιο υποφερτές για σένα!
Ίσως έτσι, θα μπορούσα κι εγώ να νιώθω πιο ήρεμη, αντλώντας από τη δική σου ηρεμία και υπομένοντας μέσα από τη δική σου αγάπη!

Και ως δια μαγείας, έγινες ο λόγος να μπορώ…
Να μπορώ, όταν λυγίζω να σηκώνομαι αντανακλαστικά για χάρη σου, όταν χάνω τη δύναμή μου να την ξαναβρίσκω στη στιγμή από το βλέμμα σου και να μετατρέπω τα δάκρυα σε χαμόγελο, ν’ αντέχω και να προσπερνάω τον πόνο, μόνο και μόνο επειδή μου έκανες την τιμή και τη χάρη να έρθεις στην αγκαλιά μου, να χαιρετίζω το κάθε ξημέρωμα όσο συννεφιασμένο κι αν ήταν, αρκεί να τύλιγες σφιχτά το ποδαράκι σου στο χέρι μου και να τραγουδάω κάθε φορά που ήθελα να ουρλιάξω, μόνο και μόνο γιατί υπήρχες!
Η αγάπη σου και το κάθε τι δικό σου ήταν δώρο ζωής για μένα, ήταν κάτι σαν… «ένεση ζωής».
Έτσι ήταν … και πως να το εξηγήσω αυτό, που μπορεί να φαντάζει υπερβολή στα μάτια κάποιων; Αλλά και πως να το καταλάβει, αυτός που δεν το έχει ζήσει και δεν το έχει νιώσει;
Μια φράση του μεγάλου συγγραφέα Κάρολου Ντίκενς: «Τι μεγαλύτερο δώρο από την αγάπη μιας γάτας;» ακουμπάει κατ’ ευθείαν στην ψυχή μου!

Και μπορεί η αγάπη σου να ήταν δώρο για μένα, όμως η δική μου δε σου ήταν αρκετή για να σε κρατήσει κοντά μου και μέρα με τη μέρα μου έφευγες… όλο έφευγες…
Και κάπως έτσι, φθάσαμε σ’ εκείνο το πικρό σα δηλητήριο για μένα, βράδυ Σαββάτου!
Εκείνο το τόσο κρύο βράδυ του Οκτώβρη, που έφυγες για το μεγάλο και πολυπόθητο για σένα ταξίδι σου και πήγες, εκεί ακριβώς που ήθελες πάντα να είσαι… Κοντά της…

Τώρα ησύχασες …
Κι εγώ που έμεινα εδώ, το ξέρω καλά πια, το έμαθα, μου το θυμίζουν οι τόσες πληγές που είναι χαραγμένες σαν τατουάζ πάνω στην ψυχή, πως η ζωή κυλάει σαν το νερό και στο διάβα της σου παίρνει αναπόφευκτα αγαπημένους και σε αναγκάζει ν’ αντέξεις και να συνεχίσεις!
Έτσι είναι η ζωή -θα πει κάποιος- μας δίνει τα δύσκολα για να είμαστε σε θέση να εκτιμήσουμε τα όμορφα, να δοκιμάσουμε τις δυνάμεις μας, να γνωρίσουμε τα όριά μας και να μετρήσουμε τις αντοχές μας!
Ναι, μαθήματα πολύτιμα δε λέω, όμως εμένα θέλησε να με
«πάρα- μορφώσει», αφού μέσα στον τελευταίο χρόνο έχει πάρει από κοντά μου πέντε αγαπημένους!
Τότε είναι να λες: «Κάνε λίγο κράτει βρε ζωή…»
Γιατί ο θάνατος όσες φορές κι αν έρθει δε συνηθίζεται,, γιατί ο πόνος σε λυγίζει κι όταν γίνει διαρκής σε τσακίζει, γιατί η κάθε απώλεια φέρνει ένα τεράστιο κενό στη ζωή σου και λίγο-λίγο, νιώθεις πως λιγοστεύουν οι αντοχές σου, ακόμα κι αυτή η όρεξη για να συνεχίσεις πολλές φορές …!

Ναι, είμαι από τους «τυχερούς» της ζωής, που έχουν βιώσει πολλές απώλειες και έχουν περάσει δύσκολα πολύ και το ξέρω καλά πια, πως αυτό που μένει ακόμα και μέσα στον πόνο, αλλά κι αργότερα όταν αυτός μαλακώσει κι αυτό που έχει αξία, είναι οι όμορφες στιγμές, αλλά και όλα όσα έζησες μ’ αυτόν που έφυγε και πως αυτά, σε πήγαιναν σ΄ έναν άλλο κόσμο, σ΄ έναν άλλο εαυτό, δίνοντας στη ζωή σου άλλο νόημα κι άλλο σκοπό!
Τώρα, μετράω με απέραντο σεβασμό, ένα -ένα αυτά που μου αφήσατε, όλα τα σπουδαία που μου χαρίσατε τόσο απλόχερα και που μ’ έκαναν να μάθω τόσα πολλά που δεν ήξερα, αλλά και να είμαι τόσα πολλά που δεν ήξερα ότι μπορώ να είμαι!
Τα ‘χω καλά κλεισμένα στα συρτάρια ψυχής να με συντροφεύουν, να με ταξιδεύουν, να με γλυκαίνουν και να με φωτίζουν κάθε στιγμή!

Νιώθω τόσο Τυχερή που σας συνάντησα, εκείνο το απόγευμα του Ιούλη και συμπορευτήκαμε σε μια ζωή τόσο όμορφη, τόσο γεμάτη, που μόνο να την ονειρευτεί κάποιος μπορεί!
Εσείς, που περισσότερο απ’ τον καθένα, μου δείξατε με τόση σοφία, αλλά και με τόση απλότητα, πως είναι οι Σχέσεις Ζωής και πως είναι η ανιδιοτελής, η παντοτινή, η ατόφια αγάπη!
Μου δείξατε, πως είναι να αφιερώνεις και να δίνεις τη ζωή σου σ΄ Αυτόν που αγαπάς τόσο ολοκληρωτικά, τόσο απόλυτα και υποκλίνομαι μπροστά στο μεγαλείο αυτής της αγάπης χωρίς όρια και χωρίς όρους!
Εσείς, που ζήσατε μια πολύ ξεχωριστή σχέση κι ένα άρρηκτο δέσιμο, λατρεύοντας η μια την άλλη, αλλά και μ’ ένα πρωτόγνωρο σεβασμό και μια απίστευτη υπομονή προς τους άλλους γύρω σας, ξεχωρίζοντας πάντα με την τόσο διακριτική παρουσία σας και σκορπώντας μέσα στο σπίτι μια μοναδική αρμονία και μια σπάνια, δυσεύρετη ηρεμία!
Μόνο εσείς…, δεν έχω συναντήσει άλλη τέτοια σχέση, ούτε άλλη τέτοια συμπεριφορά!
Γι’ αυτό και πάντα έβρισκα κοντά σας τη γαλήνη, αλλά και μια πληρότητα που δεν ξέρω, αν θα τη βρω ξανά!
Εσείς, οι εκλεκτές της καρδιάς μου, οι πολύτιμες στη ζωή μου, που με κάνατε να βλέπω τα πάντα με άλλο μάτι, να βλέπω φως, ακόμα κι εκεί που ήταν σκοτάδι, εσείς που με κάποιο μαγικό, ανεξήγητο τρόπο ήσασταν το λιμάνι μου και η παρηγορά μου μέσα σε κάθε δυσκολία!
Νιώθοντας έτσι, καταλάβαινα πόσο δίκιο είχε ο νομπελίστας μαχητής της ανθρωπιάς και φιλόσοφος Άλμπερτ Σβάιτσερ σε μια φράση του που διάβασα κάποτε: «Η μόνη διαφυγή από τις δυστυχίες της ζωής είναι η μουσική και οι γάτες».

Έχουν περάσει 40 μέρες από τότε που μου 'φυγες Slimmaki μου, λίγο μετά την Biggy μας κι έκλεισε ένα τεράστιο, μονάκριβο κεφάλαιο για μένα!
Τώρα χωρίς Εσάς, η ζωή δύσκολα τραβάει το δρόμο της…
Κι είπα, να κάτσω να σας γράψω…
Όχι πως δεν ξέρετε…
Όχι για να μιλήσω μαζί σας, το κάνω κάθε μάρα…
Όχι για να σας αποχαιρετίσω… Σας έχω μέσα μου…
Και θα ξαναβρεθούμε πάλι κάπου, κάποτε κι οι τρεις μας, το ξέρω…
Μια λυτρωτική διέξοδο αναζητούσα, μια δίοδο επικοινωνίας και είπα να «συμμαζέψω» με λέξεις και να κλείσω σ΄ ένα γράμμα, κάποια από τα τόσα πολλά και έντονα συναισθήματα που πλημμυρίζουν την καρδιά και κάποιες από τις μυριαρίθμητες σκέψεις που κατακλύζουν αδιάκοπα το μυαλό μου!
Ένα γράμμα με γνωστούς παραλήπτες, σε μια άγνωστη διεύθυνση…
Κάπου μακριά, ανάμεσα στ΄ αστέρια, σε μια γωνιά του σύμπαντος…
Κάπου, που θα είστε αγκαλιά, ήρεμες και χαρούμενες που είστε και πάλι μαζί!
Μπορεί να είστε και λίγο απορημένες και ν΄ αναρωτιέστε: «Γιατί η μανούλα κλαίει, αφού εμείς είμαστε τόσο καλά εδώ;»
Γιατί μικρές μου Βασίλισσες, είναι τόσα πολλά αυτά που με πονάνε ακόμα και μου λείπουν πολύ, μα όταν καταλαγιάσουν μέσα μου, τότε κι εγώ, θα μπορώ κάθε φορά που θα σας σκέφτομαι να χαμογελώ…
Γιατί το ξέρω, πως ούτε εσείς θέλετε να κλαίω, ποτέ δεν θέλατε!
Η Biggy μας. έτρεχε πάντα στην αγκαλιά μου να μου σκουπίσει τα δάκρυα κι εσύ έτρεχες από κοντά και μου ανοιγόκλεινες αργά τα πανέμορφα ματάκια σου, λέγοντάς μου: «Μην κλαις μανούλα, σ΄ αγαπώ»
Κι αυτές οι σκέψεις, με κάνουν να ησυχάζω λιγάκι!

Ήσασταν και θα είστε οι δύο καλοί μου φύλακες άγγελοι, τα λατρεμένα διδυμάκια μου, οι πεντάμορφες κυρές μου!
Δεμένες αναπόσπαστα, με όλες τις χαρές που έζησα και με κάθε μου δάκρυ που θα τρέχει!
Δε μπόρεσα, ποτέ να σας ξεχωρίσω … ούτε εσείς το θέλατε!
Μα ούτε και να σας κρατήσω χωριστά μπόρεσα … ούτε κι αυτό το θέλατε!
Κανένας ποτέ δε μπόρεσε… ούτε κι αυτός ο θάνατος!

Ελένη Κασπίρη