Το χρονικό του ανείπωτου φόβου
Το χρονικό του ανείπωτου φόβου
Ο Μπρούνο ήταν 2 μηνών μωράκι, όταν τον υιοθέτησε η οικογένειά του. Όταν τον έφεραν στο σπίτι και όπως ήταν φυσιολογικό δεν ήξερε που βρισκόταν.
Τα είχε χαμένα... Το πήραν από τη μαμά και τα αδελφάκια του και βρέθηκε σε ένα άγνωστο περιβάλλον, με αγνώστους ανθρώπους .
Γιατί;
Δεν καταλάβαινε...
Φοβόταν... Έκλαιγε ασταμάτητα...
Οι άνθρωποι δεν ήξεραν, πως να του συμπεριφερθούν, δεν είχαν πάλι σκύλο.
Άρχισαν να του μιλούν πολύ , να του ζητούν να σταματήσει μα εκείνο δεν καταλάβαινε.. .
Μέρα με τη μέρα όμως το πήρε απόφαση. Αρχισε να συνηθίζει και να ξεθαρρεύει σιγά σιγά. Σταμάτησε να κλαίει, άρχισε να τρώει με όρεξη και να κάνει χαρές στους ανθρώπους που το χάιδευαν.
Όμως άρχισε και να κάνει τις ανάγκες του παντού μέσα στο σπίτι. Άρχισε να μασουλάει και πράγματα γιατί πονούσαν πολύ τα ούλα του από τα δοντάκια που έβγαζε και γιατί ήθελε να γνωρίσει το περιβάλλον του.
Επίσης, άρχισε και να δαγκώνει για να παίξει.
Απόλυτα φυσιολογικές συμπεριφορές για το κουτάβι, απαράδεκτες και ανάρμοστες όμως για τους ανθρώπους.
Δεν γινόταν να τα κάνει παντού και να τους λερώνει όλο το σπίτι. Ούτε να μασάει ότι βρίσκει και να τους καταστρέφει τα πράγματα. Και φυσικά δε γινόταν να τους δαγκώνει και να τους σκίζει τα ρούχα.
Δεν περίμεναν ότι θα συναντήσουν τέτοια προβλήματα.
Πίστευαν μάλλον, ότι ήρθε με εγχειρίδιο στο σπίτι . Ότι ήρθε "μορφωμένος" και θα γνωρίζει τι πρέπει να κάνει, πως να συμπεριφέρεται και κυρίως ότι θα γνωρίζει απαραιτήτως και μια ξένη γλώσσα !
Ποια; Την ανθρώπινη φυσικά!
Αυτά πίστευαν...
Όμως έκαναν λάθος , το μικρό θηριάκι που ήρθε να τους αναστατώσει τόσο πολύ την ζωή και την καθημερινότητα δεν ήξερε τίποτα από όλα αυτά. Έκανε ότι ήθελε..
Μήπως τους έδωσαν "προβληματικό;" σκέφτηκαν...
Και όπως ήταν αναμενόμενο άρχισαν να θυμώνουν μαζί του και να το μαλώνουν.
Εκείνο ένιωθε συγχυσμένο, δεν καταλάβαινε...
Ο καιρός περνούσε και η κατάσταση χειροτέρευε και υπήρχε μια μεγάλη αναστάτωση μέσα στο σπίτι, ένας εκνευρισμός διαρκής και πολύς θυμός.
Εντάξει ήθελαν σκύλο, εντάξει να κάνουν υπομονή, αλλά αυτός δεν διορθώνεται με τίποτα. Δεν ακούει, κάνει ότι θέλει και τους έχει κάνει την ζωή δύσκολη!
Κάτι έπρεπε να κάνουν άμεσα.
Κι έτσι πήραν διάφορες πληροφορίες από δω και από κει, όπου κατέληξαν, ότι η σωστότερη λύση είναι να απευθυνθούν σε έναν ειδικό! Αυτός θα τους βοηθούσε να λύσουν όλα τα προβλήματα.
Αφού έψαξαν και έμαθαν, μίλησαν τηλεφωνικά, τα βρήκαν στις τιμές και το αποφάσισαν.
Ένα πρωί λοιπόν το πήραν το έβαλαν στο αυτοκίνητο και πήγαν στον εκπαιδευτή.
Το μικρούλι πίστεψε ότι πήγαν βόλτα και κοινωνική επίσκεψη... Χάρηκε και άρχισε να τρέχει χαρούμενο.
Δεν κράτησε όμως πολύ η χαρά του.
Μετά από λίγο οι δικοί του έφυγαν και τότε αυτός ο άγνωστος άνθρωπος το άρπαξε από το κολάρο και το οδήγησε βίαια σε ένα μικρό κλουβί, ίσα που χωρούσε.
Δεν καταλάβαινε γιατί...
Τι είχε κάνει;
Που πήγαν οι άνθρωποι του;
Γιατί το άφησαν μόνο του;
Γιατί αυτός ο άγνωστος του συμπεριφέρεται έτσι;
Άρχισε να κλαίει!
Καθε λίγο ερχόταν ο άγνωστος άνθρωπος και του φώναζε πολύ δυνατά στοπ, στοοπ, στοοοπ, στοοοοπ.
Όμως το κουτάβι δεν καταλάβαινε τι του λέει ...
Συνέχιζε να κλαίει χωρίς σταματημό.
Έμεινε έτσι ώρες, μέρες; Δεν ήξερε...
Κάποια στιγμή εμφανίστηκε ο άγνωστος και του άνοιξε την πόρτα.
Τι χαρά!
Θα ήταν ελεύθερος!
Ήταν σε ένα ξένο περιβάλλον, με έναν άγνωστο άνθρωπο που δεν του φέρεται καλά , αλλά τουλάχιστον θα ήταν ελεύθερος!
Θα μπορούσε να τρέξει, να μυρίσει, να παίξει! Είχε βαρεθεί, είχε πιαστεί έτσι όπως ήταν ακίνητος εκεί μέσα και είχε φοβηθεί πολύ.
Δεν κράτησε όμως πολύ αυτό.
Ο άγνωστος τον πλησίασε και του πέρασε κάτι στο λαιμό.. Ο μικρός προσπάθησε να φύγει, να ελευθερωθεί και τότε ένιωσε αυτό το πράγμα να σφίγγει τον λαιμό του, να πονάει και να μη μπορεί να αναπνεύσει.
Δεν καταλάβαινε γιατί...
Καθε φορά που προσπαθούσε να φύγει, να απεγκλωβιστεί, πνιγόταν και πονούσε περισσότερο! Προσπαθούσε απεγνωσμένα, αλλά ο άγνωστος άρχισε να τον τραβάει πίσω και συγχρόνως του φώναζε μαζί, μαζίι, μαζίιι, μαζίιιι.
Δεν καταλάβαινε τι του λέει ...
Άρχισε να φοβάται πολύ, να τρέμει ολόκληρος και να κλαίει σπαρακτικά.
Όμως δεν τον λυπόταν κανείς.
Οσο αντιδρούσε, τόσο ο πόνος, το πνίξιμο,, οι φωνές μεγάλωναν. Κι ο φόβος επίσης...
Κι έτσι αποφάσισε να μην αντιδρά, γιατί δεν άντεχε άλλο τον πόνο.
Τι είχε κάνει;
Δεν καταλάβαινε...
Δεν ξέρει πόση ώρα κράτησε αυτό το μαρτύριο, όταν κάποια στιγμή τον ελευθέρωσε.
Άρχισε να τρέχει... Γλύτωσε... Για λίγο μόνο.. . Άκουσε πάλι τον άγνωστο να του του φωνάζει, να ουρλιάζει μια λέξη, μποξ, μποξ, μποοξ, μποοοξ, μποοοξ.
Τι ήταν πάλι αυτό;
Δεν κατάλαβαινε...
Τότε ο άγνωστος τον πλησίασε απειλητικά, τον άρπαξε από το λαιμό και τον πέταξε μέσα στο κλουβί.
Δεν κατάλαβαινε τίποτα...
Φοβόταν πολύ εκεί μέσα, δεν μπορούσε καν να κουνηθεί, αλλά τουλάχιστον τώρα δεν θα πονούσε!
Γι'αυτό σταμάτησε να κλαίει μέσα στο κλουβί ...
Έξω ήταν χειρότερα...
Αυτό το βασανιστήριο επαναλαμβανόταν κάθε μέρα, δεν ξέρει πόσο χρόνο κρατούσε; Λίγο ίσως, αλλά για εκείνον ήταν ένας αιώνας.
Μια μέρα μόλις τον έβγαλε έξω βρήκε ένα ξυλαράκι και το πήρε στο στόμα του για να παίξει.
Ο άγνωστος άρχισε πάλι να του φωνάζει δυνατά άστο, άστοο, άστοοο, άστοοοο.
Κάτι που πάλι δεν κατάλαβαινε...
Συνέχισε να μασάει το ξυλαράκι και τότε ο άγνωστος αγριεμένος πήγε κοντά του και του πέρασε πάλι κάτι στο λαιμό.
Α ωραία, αυτό τουλάχιστον δεν πονάει σκέφτηκε...
Βιάστηκε να χαρεί όμως, γιατί μόλις ξαναπήρε το ξυλαράκι στο στόμα του, ένιωσε κάτι να τον χτυπάει δυνατά στο λαιμό και να τον τινάζει ολόκληρο!
Μα τι κακό έκανε πάλι;
Δεν κατάλαβαινε...
Μετά από λίγο ο άγνωστος άρχισε να ουρλιάζει πάλι μποξ, μποοξ, μποοοξ, μποοοοξ...
Δεν κατάλαβαινε...
Τρόμαξε πολύ!
Αρχισε ενστικτωδώς να τρέχει προς τη φυλακή του ... Εκεί θα γλύτωνε από τον πόνο και τα ουρλιαχτά του αγνώστου. Τότε η πόρτα έκλεισε. Κι ο μικρός αποκαμωμένος λούφαξε και ίσα που ανέπνεε... Ίσως αν έκανε κάτι, ο άγνωστος να άρχιζε πάλι να ουρλιάζει κάτι που δεν μπορούσε να καταλάβει...
Καθε μέρα τα ίδια και τα ίδια...
Ώσπου μια μέρα που του άνοιξαν την πόρτα του κλουβιού και καθώς άρχισε να περπατάει διστακτικός πια και πολύ φοβισμένος, αφού δεν ήξερε τι τον περιμένει, είδε μπροστά του μια πόρτα ανοιχτή. Πήγε προς τα εκεί, βγήκε έξω και άρχισε να τρέχει σαν κυνηγημένος.
Τώρα τίποτα δεν θα τον σταματούσε... Σώθηκε...
Ήταν ελεύθερος, μακριά από την φυλακή του και μακριά από εκείνο τον άγριο και κακό άνθρωπο που του προκαλούσε τόσο πόνο και τόσο φόβο!!!
Κάποια στιγμή κουράστηκε και σταμάτησε κάτι να μυρίσει.
Τι ωραία που ήταν εκεί έξω!!
Μα πριν προλάβει να αντιληφθεί, νιώθει ένα χέρι να τον πιάνει από το σβέρκο βίαια και άρχισε να τον σέρνει και να τον χτυπάει πολύ δυνατά στη μουσούδα .
Τι φόβος... Τι πόνος.. Άρχισε να κλαίει πολύ δυνατά!
Γιατί;
Δεν κατάλαβαινε...
Μα κανείς δεν τον ακούει να έρθει να τον σώσει;
Επέστρεψαν πίσω και τον έβαλε σέρνοντας, χτυπώντας και ουρλιάζοντας μέσα στο κλουβί του.
Έμεινε εκεί μέρες πολλές για να συμμορφωθεί... Όμως όταν ήρθε η ώρα να βγει, τα πράγματα ήταν πολύ χειρότερα γι' αυτόν!
Είσαι ξεροκέφαλος, θα σε μάθω εγώ, φώναζε ο άγνωστος.
Τι ήθελε να πει; Δεν καταλάβαινε...
Του πέρασε στο λαιμό κάτι και άρχισε να τον σηκώνει ψηλά και να φωνάζει κάτω, κάτωω, κάτωωω, κάτωωωω. Εκείνο το φρικτό πράγμα είχε κάτι καρφιά που έμπαιναν βαθιά μέσα στο λαιμό του, τον έπνιγαν, του έκοβαν την ανάσα, πονούσε αφόρητα και πήγε να λιποθυμήσει...
Ας έρθει κάποιος να τον σώσει.
Δεν βλέπει κανείς τι περνάει;
Τώρα πιο πολύς πόνος, πιο δυνατές φωνές, πιο μεγάλος ο φόβος !
Μα γιατί; Τι κακό είχε κάνει;
Δεν κατάλαβαινε...
Κι έτσι σκλαβωμένος μόνιμα με μόνο λίγα λεπτά έξω, όπου τα βασανιστήρια μεγάλωναν, ζούσε μέσα στον απόλυτο τρόμο και πόνο.
Γιατί δεν έρχονταν να τον πάρουν απο δω οι δικοί του; Γιατί τον άφησαν σε αυτόν τον άγνωστο που τον βασανίζει; Δεν τον αγαπούσαν; Τι είχε συμβεί;
Δεν καταλάβανε...
Πέρασαν μέρες πολλές και μια μέρα η επιθυμία του έγινε πραγματικότητα. Ενώ ήταν στο κλουβί, άκουσε τη φωνή του δικού του ανθρώπου.
Τι χαρά!!!
Ήρθε να τον πάρει;
Ήρθε να τον γλυτώσει από αυτό το μαρτύριο;
Άρχισε να κλαίει απο χαρά και να κουνάει την ουρά του σαν τρελός!
Όμως ούτε αυτό κράτησε πολύ...
Όταν του άνοιξαν τη πόρτα και έτρεξε γεμάτος χαρά κοντά του, ο άγνωστος αμέσως του φόρεσε εκείνο το πράγμα στο λαιμό του που τον πνίγει και τον πονάει.
Και τι απογοήτευση... Αυτός τώρα που τον έπνιγε και τον πονούσε δεν ήταν ο άγνωστος, αλλά ο δικός του άνθρωπος !!!
Γιατί ; Τι είχε κάνει;
Δεν κατάλαβαινε...
Κι έπειτα από λίγο άρχισε να του φωνάζει κι αυτός μποξ, μποοξ, μποοοξ.
Δεν καταλάβαινε και τότε ο άγνωστος κάτι είπε και ο δικός του άνθρωπος, άρχισε να φωνάζει πολύ πιο δυνατά, να ουρλιάζει κι αυτός μποοοοοοξ... Τόσο που τον τρόμαξε και έτρεξε να κρυφτεί στη φυλακή του.
Περνούσαν οι μέρες... Κάθε μέρα ήταν χειρότερη από την προηγούμενη.
Ο Μπρούνο ένιωθε τόσο μόνος, τόσο δυστυχισμένος, τόσο φοβισμένος!
Κανείς δεν τον αγαπούσε, όλοι ήθελαν να τον βασανίζουν, ακόμα και οι δικοί του άνθρωποι.
Μία μέρα κάποιοι άνθρωποι έφεραν ένα άλλο κουταβάκι. Μόλις τους είδε άρχισε να γαβγίζει δυνατά, ασταμάτητα.
Ευτυχώς που ήρθαν! Αυτοί θα τον ακούσουν, θα τον δουν δε μπορεί και θα τον σώσουν επιτέλους...
Φώναζε με όλη του την δύναμη, αλλά εκείνοι δεν του έδιναν καμία σημασία.
Μα γιατί οι άνθρωποι αδιαφορούν τόσο;
Δεν καταλάβαινε...
Τότε πλησίασε απειλητικός ο κακός άγνωστος και άρχισε να του φωνάζει με μανία: Στοπ, στοοοπ, στοοοπ, στοοοοπ. Του κόπηκε και η φωνή και η διάθεση να συνεχίσει. Πάει... δεν έχει καμία ελπίδα να γλυτώσει, σκέφτηκε.
Τότε πλησίασε ο μικρός νεοφερμένος φίλος και χαιρετήθηκαν. Κάτι ήταν κι αυτό.. Ήρθε ένας φίλος του !
Μπορεί να έπαιζαν κιόλας...
Πόσο ήθελε να παίξει με ένα φιλαράκι του!!
Άρχισε να νιώθει λίγο καλύτερα, μα όχι για πολύ. Μετά από λίγο έφυγαν οι άνθρωποι και ο άγνωστος άρπαξε τον φίλο του και τον πέταξε μέσα σε ένα διπλανό κλουβί.
Εκείνος άρχισε να κλαίει δυνατά!
Αγχώθηκε ο Μπρούνο, τον λυπήθηκε μα δεν μπορούσε να τον βοηθήσει. Ήξερε πως θα έχει την δική του τύχη κι αυτός.
Τότε ήρθε κοντά ο άγνωστος και άρχισε να ουρλιάζει στον φίλο του στοπ, στοοπ, στοοοπ, στοοοοπ. Ο φίλος τρόμαξε, άρχισε να τρέμει, τα έκανε πάνω του και κατάπιε την γλώσσα του.
Δεν ξαναμιλησε...
Μια άλλη μέρα έβγαλε έξω τον φίλο του, που άρχισε να τρέχει γύρω γύρω πανικόβλητος. Τότε ο άγνωστος άρχισε να του φωνάζει έλα, έλααα, έλααα, έλαααα. Ο φίλος του δεν καταλάβαινε ,φοβόταν πολύ, φυσικά δεν τον πλησίασε και τότε ο άγνωστος πήγε αγριεμένος κοντά του και άρχισε να τον χτυπάει. Ο φίλος του άρχισε να κλαίει δυνατά για πολλή ώρα. Από εκείνη τη μέρα κούτσαινε και δεν πατούσε το πόδι του.
Ο φίλος δεν ξαναμίλησε... Έκλαιγε σιωπηλά ...
Μόνο που κάθε φορά που επέστρεφε κακήν κακώς στο κλουβί μετά από όσα είχε ζήσει εκεί έξω, ήταν βρεγμένος ...
Κι έτσι ο Μπρούνο έγινε μάρτυρας και των δικών του βασανιστηρίων.
Αργότερα έφεραν κι άλλο κι άλλο κουταβάκι. Όλα είχαν την ίδια τύχη με εκείνον, όλα βασανίζονταν καθημερινά. Όλα κλεισμένα στη φυλακή τους μέρα νύχτα σαν κατάδικοι όπως κι αυτός.
Μα τι κακό είχαν κάνει όλοι;
Δεν καταλάβαινε...
Ένας από τους φίλους του ο κοντούλης, αρνιόταν να φάει και κάθε μέρα όλο και αδυνάτιζε.
Δεν σταματούσε να γαβγίζει καθόλου. Τότε ο άγνωστος πήγε και του πέρασε κάτι στο λαιμό. Κάθε φορά λοιπόν που γάβγιζε άρχιζε να τινάζεται ολόκληρος!!!
Τον έπιανε πανικός τον φίλο του, δεν καταλάβαινε τι συμβαίνει... Και σταματούσε ... Μετά από λίγο άρχιζε πάλι να γαβγίζει και πάλι κάτι τον χτυπούσε και τον τράνταζε...
Βρισκόταν σε μια μόνιμη σύγχυση και ήταν τρομοκρατημένος!
Τον λυπόταν πολύ, αλλά πως να τον βοηθήσει;
Ήταν κι ένα κοριτσάκι που δεν άντεχε καθόλου. Προσπαθούσε με όποιο τρόπο μπορούσε να ανοίξει την πόρτα του κλουβιού και να φύγει μακριά, μέχρι που τραυματίστηκε.
Οταν έλειπε ο άγνωστος και μόλις έβλεπαν πως περνούσαν άνθρωποι στο δρόμο, άρχιζαν να φωνάζουν όλοι μαζί, μπας και έρθει κάποιος να τους σώσει..
Άδικα... Κανένας δεν ενδιαφέρθηκε...
Μα κανένας δεν τους λυπάται;
Γιατί οι άνθρωποι είναι τόσο σκληροί;
Δεν καταλάβαινε...
Όμως οι φίλοι του γλύτωσαν...
Το κοριτσάκι ήρθε ο άνθρωπος του μια μέρα και το πήρε.
Και τον πρώτο φιλο του τον Ασπρούλη, όταν τον είδε ο άνθρωπος του να κουτσαίνει, έβαλε κάτι φωνές δυνατές και μετά τον πήρε και έφυγε.
Και τον κοντούλη, όταν τον είδαν αδυνατισμένο τον πήραν από εκεί.
Αυτόν γιατί δεν έρχονταν να τον πάρουν;
Τι έπρεπε να πάθει για να έρθουν;
Περνούσαν οι μέρες κι αυτός περίμενε... Περίμενε να έρθουν να τον πάρουν... Περίμενε και υπέμενε...
Και κάπως έτσι πέρασε καιρός. .. Δεν ξέρει πόσος...
Κι ένα πρωί επιτέλους ήρθαν οι δικοί του και τον πήραν.
Τι ωραία!!!
Θα πήγαινε στο σπίτι του, στους δικούς του ανθρώπους. Δεν θα πονούσε πια, δεν θα φοβοταν.
Ομως για μια ακόμα φορά γελάστηκε...
Οσα έζησε εκεί, τα ζούσε τώρα και στο σπίτι του!
Εκείνο το πράγμα στο λαιμό του δε βγήκε ποτέ!
Έβγαινε να πάει βόλτα, αλλά ήταν μαρτύριο αφού τον έπνιγαν και τον κρεμούσαν, οταν πήγαινε να μυρίσει ή να επικοινωνήσει.
Αν πήγαινε να πάρει κάτι στο στόμα του από περιέργεια ή για να παίξει, κάτι τον χτυπούσε και τον έκανε να τινάζεται και να τρέμει σύγκορμος
Ούτε η φυλακή τελείωσε.. . Ούτε οι φωνές σταμάτησαν.. .
Τίποτα...
Και τι απογοήτευση... Ολα αυτά τα έκαναν οι δικοί του άνθρωποι...
Γιατί;
Τι κακό είχε κάνει...
Δε καταλάβαινε τίποτα...
Περνούσε ο καιρός κι ο Μπρούνο έφηβος πια, ζούσε και μέσα στο σπίτι του τον πόνο, τον φόβο, την σκλαβιά.
Δεν εμπιστευόταν πια κανέναν!!!
Όλοι ήθελαν να τον βασανίζουν..
Δεν την ήθελε τέτοια ζωή... Τίποτα δεν μπορούσε να χαρεί.
Ηταν πάντα θλιμμένος, άκεφος, φοβισμένος.... Ήταν δυστυχισμένος!!!
Δεν ήξερε τι να κάνει που να μην έχει άσχημες συνέπειες.
Φοβόταν τόσο πολύ!
Όμως δεν άντεχε άλλο, αυτό έπρεπε κάποτε να τελειώσει.
Και τότε πήρε την μεγάλη απόφαση! Άρχισε να προστατεύει τον εαυτό του! Δεν είχε άλλη επιλογή... Οι άνθρωποι τον ανάγκασαν...
Πως; Με τον μόνο τρόπο που γνώριζε καλά!
Στην αρχή προειδοποιούσε με γρύλισμα, όταν τον πλησίαζαν. Όταν δεν κατάλαβαιναν ή τον αγνοούσαν άρχισε να δαγκώνει.
Δεν είχε άλλο τρόπο να σταματήσει να πονάει.
Όποιος τον πλησίαζε, με όποια πρόθεση τον άρπαζε για να προλαβει και να μην πονέσει.
Δάγκωσε την οικογένεια, τους επισκέπτες, τον κτηνίατρο.
Δεν εμπιστευοταν κανέναν άνθρωπο πια!
Η οικογένεια από την άλλη δεν ήξερε τι να κάνει. Πως να ζήσουν με ένα σκύλο που δεν εμπιστεύονται πια; Έναν σκύλο που τους δαγκώνει;
Τι είχε συμβεί;
Γιατί συμπεριφερόταν έτσι;
Δε μπορούσαν να καταλάβουν.
Αφού ο ειδικός τους είχε πει και τους είχε πείσει, ότι έγινε ότι έπρεπε για να είναι υπάκουος.
Πλήρωσαν πολλά χρήματα για να τον πάρουν "έτοιμο" .
Είχε χρησιμοποιηθεί ο σωστός τρόπος τους είπε ... Τα σκυλιά έτσι μαθαίνουν... Οτι γίνεται είναι για το καλό τους... Άλλωστε δεν πονάνε ..
Ο δικός τους ήταν πεισματάρης, ξεροκέφαλος και απείθαρχος και έπρεπε να του σπάσει τον τσαμπουκά, να μη τους πάρει τον αέρα και να καταλάβει πως δεν είναι ο αρχηγός που θα κάνει ότι θέλει. Χρειαζόταν αυστηρή και σκληρή πειθαρχία για να στρώσει.
Σε αυτόν άλλωστε ήταν πολύ υπάκουος, στρατιωτάκι...
Αυτά τους είχε πει... Κι εκείνοι πείσθηκαν...
Όταν όμως οι επιθέσεις και τα δαγκώματα έγιναν πολύ συχνά , έπρεπε να βρουν μια λύση άμεσα.
Στην αρχή τον απομόνωσαν σε ένα χώρο και του πετούσαν το φαγητό από μακριά.
Όμως αυτό δε μπορούσε να συνεχιστεί κι έτσι απευθύνθηκαν παλι στους ειδικούς.
Ποοι ήταν;
Ο εκπαιδευτής τους και δεύτερος εκπαιδευτής, ο κτηνίατρος κι άλλος κτηνίατρος.
Κι έτσι μια μέρα με ομόφωνη απόφαση των "ειδικών" η ετυμηγορία βγήκε : Επικίνδυνος!!!
Η τιμωρία;; Θάνατος.....
Ο Μπρούνο σε ηλικία μόλις 1.5 έτους και αφού έζησε μια βασανιστική ζωή μέχρι τότε, μια ζωή μέσα στον απόλυτο φόβο, τον πόνο, την σκλαβιά, μια ζωή χωρίς αξιοπρέπεια, ήρθε η ώρα που θα πλήρωνε με την ζωή του!!!
"Γιατί πάντα ο σκύλος φταίει.."
Και οι άνθρωποι στο απυρόβλητο, εννοείται πως δεν έχουν καμία ευθύνη και φυσικά καμία τύψη, αφού ο σκύλος είναι ξεκάθαρα ο "κακός" και ο ένοχος!
Ποιος θα έδινε άδικο στους καημένους τους κηδεμόνες που καταδαγκώθηκαν από έναν άκρως επικίνδυνο σκύλο και ποιος θα ζητούσε ευθύνη από τον ειδικό που φυσικά έκανε σωστά τη δουλειά του ο άνθρωπος, αλλά ο σκύλος είχε πρόβλημα;
Πόση αδικία αλήθεια υπάρχει εδώ;
Πόσος παραλογισμός;
Τι λάθος έκανε ο Μπρούνο ;
Κανένα!!!!!
Ο σκύλος δεν κάνει λάθη!
Απλά υπακούει στά ένστικτά του και όταν νιώσει κίνδυνο, απόλυτα φυσιολογικά προστατεύει τον εαυτό του και οτιδήποτε δικό του.
Μήπως κι εμείς το ίδιο δεν θα κάναμε;
Δεν εκλαμβάνει ως κάτι "κακό" το δάγκωμα. Άλλωστε το να κάνεις κακό, ενώ το γνωρίζεις, αυτό είναι "προνόμιο" μόνο του δικού μας είδους και η τεράστια διαφορά μας με τα ζώα!
Ο σκύλος, αν φθάσει σε αυτό το σημείο, σημαίνει ότι κάποιος-κάτι τον ανάγκασε, τον έφερε σε αυτή τη θέση, τον εξώθησε σε ακραίες συμπεριφορές και δεν είχε άλλη επιλογή.
Και παρ' ότι ήταν ο μόνος αθώος αυτής της ιστορίας, ο Μπρούνο βασανίστηκε, εξευτελίστηκε, υπέφερε για χάριν της εκπαίδευσής του...
Είχε βλέπεις την ατυχία να βρεθεί κοντά σε ανθρώπους με λάθος νοοτροπία, λάθος πληροφόρηση, λάθος γνώση, έλλειψη σεβασμού.
Και πλήρωσε τόσο ακριβά και τόσο άδικα την δική τους αμάθεια και τα δικά τους λάθη.
Γιατί εκπαιδεύω, σημαίνει διδάσκω, δηλαδή μεταδίδω την γνώση μου σε κάποιον με σεβασμό για να του μάθω κάτι.
Όταν εξαναγκάζω, όταν πιέζω, όταν βασανίζω, τότε φυσικά και δεν διδάσκω, δεν πείθω, δεν σέβομαι, αλλά ασκώ την εξουσία μου, την δύναμή μου για να επιβάλλω κάτι.
Στην σημερινή εποχή δυστυχώς, χρησιμοποιούνται ακόμα τέτοιοι βάρβαροι και τόσο αναχρονιστικοί τρόποι, που πληγώνουν και καταστρέφουν ψυχές και ζωές.
Αυτά τα μεσαιωνικά εργαλεία 'εκπαίδευσης" που δεν είναι τίποτα άλλο από εργαλεία κακοποίησης και βασανισμού είναι παράνομα και απαγορευμένα σε όλη την ΕΕ από το 1992.
Ο απλός πνίχτης (αλυσίδα που σφίγγει σαν θηλιά και πνίγει τον σκύλο), ο πνίχτης με καρφιά που μπαίνουν μέσα στον λαιμό του, το ηλεκτρικό κολάρο που χτυπάει με ρεύμα τον σκύλο κάθε φορά που κάνει κάτι που δεν θέλουν.
Οσο για το απλό κολάρο και το crate (κλουβί) που οι περισσότεροι τα θεωρούν και τα προτείνουν ως απαραίτητα, σημαντικά, καταπληκτικά, πολύ χρήσιμα , σούπερ αποτελεσματικά και πολύ βολικά εργαλεία εκπαίδευσης και που χρησιμοποιούνται κατά κόρον, θα πω μόνο τα εξής :
Πως γίνεται να διδάσκεις κάποιον πιάνοντάς τον -κρατώντας τον από το λαιμό;
Οταν τον πιάνεις από τον λαιμό τον απειλείς και σίγουρα δεν τον σέβεσαι.
Και το crate (κλουβί) πως γίνεται να είναι σπίτι, φωλιά, καταφύγιο (έτσι το βαφτίζουν) όταν κλειδώνεις κάποιον κάπου, παίρνεις το κλειδί και ανοίγεις, όταν και αν εσύ αποφασίσεις;
Σπίτι σου είναι όταν έχεις την επιλογή να μπαίνεις, αλλά και να βγαίνεις όποτε εσύ θελήσεις.
Αλλιώς είναι εγκλωβισμός, απομόνωση, εγκλεισμός και φυλακή.
Από όλα τα "πλεονεκτήματα" του crate που αναφέρουν, θα σταθώ σε ένα μόνο... το βολικό!!
Αυτό είναι... βολικό σίγουρα , αλλά για τους ανθρώπους, διευκόλυνση για τους ίδιους.. . Όχι για τον σκύλο!
Και πως είναι δυνατόν να είναι βολικό και να περνάει καλά εκεί μέσα, όταν τον ακινητοποιείς σε ένα τόσο μικρό χώρο ίσα που χωράει και του στερείς την δυνατότητα να περπατήσει, να τεντωθεί, να μετακινηθεί σε άλλη θέση και με δυσκολία να σταθεί όρθιος;
Όλα τα παραπάνω λοιπόν, κατ' εμέ δεν συνάδουν με την μάθηση, την διδασκαλία, τον σεβασμό.
Γιατί σεβασμός είναι η συμπεριφορά απέναντι σε κάποιον που δεν προσβάλλει, δεν απειλεί, δεν καταπιέζει, δεν απαιτεί, δεν επιβάλλει, δεν απαξιώνει, δεν εξευτελίζει, δεν καταπατά, δεν ισωπεδώνει δικαιώματα, ανάγκες, προσωπικότητες, υπάρξεις, ζωές!
Απλά τα πράγματα...
Και οι κηδεμόνες δεν είναι άμοιροι ευθυνών.
Όση άγνοια και παραπληροφόρηση κι αν υπάρχει, δε γίνεται να μην καταλάβαιναν ότι αυτή η "εκπαίδευση" είναι μέγιστη κακοποίηση.
Ότι βασίζεται στον φόβο και τον πόνο για να πάρει συμπεριφορές.
Πως άντεξαν να βλέπουν να τον βασανίζει; Και πως μπόρεσαν να συνεχίσουν τα βασανιστήρια οι ίδιοι;
Και στην τελική δεν χρειάζεται και κάποια ιδιαίτερη γνώση για να καταλάβει κανείς, ότι η βία μόνο βία μπορεί να φέρει και ότι υπάρχει μόνο εκεί που δεν υπάρχει γνώση.
Θυμάμαι κάποτε έναν κύριο, ο οποίος όταν είδε τι γινόταν, σταμάτησε την εκπαίδευση και μου ζήτησε βοήθεια. Μου είπε το εξής;
"Δεν καταλαβαίνω γιατί θα πρέπει να πληρώσω για να βαράνε και να κακοποιούν τον σκύλο μου; Άμα θέλω μπορώ να το κάνω και μόνος μου τζάμπα! "
Κι έτσι ο Μπρούνο έγινε ένα ακόμα θύμα μιας παρωχημένης μεθόδου, μιας αναχρονιστικής θεωρίας που χρησιμοποιεί βάναυσες τεχνικές και εφαρμόζεται από ανθρώπους που αρνούνται να ακολουθήσουν την εξέλιξη, την πρόοδο και δεν έχουν κανένα σεβασμό στον σκύλο.
Προστέθηκε στην λίστα των αμέτρητων θυμάτων μιας βαρβαρότητας, μιας φρικτής πραγματικότητας.
Όλα αυτά συμβαίνουν δίπλα μας, γύρω μας ή λίγο παραπέρα, όπου αμέτρητοι σκύλοι κακοποιούνται καθημερινά λιγότερο ή περισσότερο κι αυτό είναι ένας τραγικός απολογισμός.
Έχω ζήσει από κοντά τόσες φορές τις οδυνηρές συνέπειες αυτής της
"" εκπαίδευσης "" .
Εχω δει στο βλέμμα τους τον πόνο, τον φόβο, την απέραντη θλίψη, την παραίτηση. Έχω δει ψυχές και ζωές κατεστραμμένες!
Κι αυτά τα βλέμματα έχουν στοιχειώσει το μυαλό μου, αυτός ο πόνος έχει ραγίσει την καρδιά μου άπειρες φορές!
Γι'αυτό και θα φωνάζω με όση δύναμη έχω :
Φτάνει!
Φτάνει πια!
Ας τελειώσει κάποτε αυτή η φρίκη !
Αρνηθείτε, αντιδράστε, μη δέχεστε να βασανίσουν τον σκύλο σας.
Μη συναινείτε, μη συμμετέχετε σε έγκλήματα αθώων ψυχών και τους πραγματικούς ενόχους να μην τους αγγίζει τίποτα και κανείς.
Μην πείθεστε, ότι έτσι μαθαίνει και ότι είναι για το καλό του.
Δεν μαθαίνει, εξαναγκάζεται!!!!
Και πως είναι δυνατόν να είναι για το καλό του; Τι καλό μπορεί να φέρει ή βία, η σκλαβιά, η απαξίωση, ο εξευτελισμός;
Κι αν δεν γνωρίζετε τίποτα, φερθείτε απλά σαν ένας καλός γονιός που δεν θα άφηνε ποτέ και κανέναν να πειράξει το παιδί του.
Γιατί και ο σκύλος παιδί σας είναι.
Αφού τον υιθετήσατε, τον βάλατε στο σπίτι σας, τον εντάξατε στην οικογένειά σας, δεσμευτήκατε να τον φροντίζετε και να τον προστατεύετε κι αφού από εσάς εξαρτάται η ζωή και η τύχη του, παιδί σας είναι.
Καλωσορίστε τον λοιπόν στο σπίτι και στη ζωή σας με καλοσύνη, με κατανόηση, με υπομονή, με σεβασμό και βοηθήστε τον να ενταχθεί στην οικογένεια σας σωστά.
Το μεγάλωμα άλλωστε των παιδιών δεν είναι μια εύκολη υπόθεση έτσι κι αλλιώς...
Κι αν δυσκολευτείτε, απευθυνθείτε σε έναν ειδικό που θα είναι δάσκαλος, που θα έχει γνώσεις, που θα σέβεται τους σκύλους και πάντα παρουσία σας.
Ο Μπρούνο θα μπορούσε να είναι ο σκύλος του καθενός.
Είχε σπίτι που κατάντησε να είναι η φυλακή του και οικογένεια που κατέληξαν να γίνουν οι βασανιστές του.
Είχε ανάγκες που δεν καλύφθηκαν ποτέ και επιθυμίες που δεν εκπληρώθηκαν επίσης ποτέ.
Είχε προσωπικότητα που ποδοπατήθηκε και δικαιώματα που παραβιάστηκαν και καταστρατηγήθηκαν.
Είχε συναισθήματα όμορφα, αγνά μα δεν μπόρεσε να τα εκφράσει γιατί του διέλυσαν ότι ωραίο υπήρχε μέσα του.
Ειχε μια ζωή που την εξεφτέλισαν, την ισοπέδωσαν, την θυσίασαν οι άνθρωποι.
Πόσο ανήθικο, απάνθρωπο και εγκληματικό και πόσο άδικο να πληρώνουν οι σκύλοι (αυτά τα αθώα και υπέροχα πλάσματα) με τη ζωή τους όλο αυτό τον ανθρώπινο παραλογισμό;
Ο Μπρούνο έζησε δυστυχισμένος μέσα στον απόλυτο φόβο!
Δεν μπόρεσε να τον πει...
Κι όμως ήταν γραμμένος στα μάτια του και στην αθώα ψυχή του!
Κανείς δεν τον είδε...
Έζησε με την απορία και με ένα μεγάλο γιατί;
Γιατί του συνέβησαν όλα αυτά;
Γιατί οι άνθρωποι του συμπεριφέρθηκαν τόσο σκληρά;
Γιατί δεν τον αγάπησαν;
Τι λάθος είχε κάνει;
Δεν καταλάβαινε...
Δεν κατάλαβε ποτέ...
Ελένη Κασπίρη
Θετική εκπαιδεύτρια σκύλων