Τα ζώα δεν είναι άνθρωποι μα πιο πολύ σε νιώθουν
Τα ζώα δεν είναι άνθρωποι, μα πιο πολύ σε νιώθουν...
Η κ. Μαρίνα, συνταξιούχος εκπαιδευτικός και ένας βαθιά καλλιεργημένος άνθρωπος, ζει τα τελευταία χρόνια με τα 3 σκυλιά της, τη Χλόη, τη Λούσυ και το Μαρίνο και τις 7 γάτες της, το Μέλένιο, τον Πάρη, τον Τόλη, τη Λίλη, την Τερέζα, τη Ρουμπίνη και την Ασπρούλα.
Είναι η μόνη της καθημερινή συντροφιά, από τότε που πέθανε ο σύζυγός της και τα παιδιά της τράβηξαν το δρόμο τους!
Πως τα απέκτησε;
Αδεσποτάκια όλα, που τα συμπόνεσε και τους έδωσε στέγη, φαγητό και κυρίως αγάπη!
Για την κ. Μαρίνα, η συμπόνια και η προσφορά δεν είναι προνόμια που πρέπει να δίνονται μονάχα στους ανθρώπους, αλλά σε κάθε πλάσμα που τα χρειάζεται.
Στη γειτονιά τη στραβοκοιτάζουν και τη σχολιάζουν, γιατί τους φαίνεται τρελό να έχει και να ταίζει τόσα ζώα που δεν της προσφέρουν τίποτα, μα εκείνη καθόλου δεν τη νοιάζει...
Είναι 7:30 το πρωί και είναι περιτριγυρισμένη από τα ζωάκια της, ενώ τους ετοιμάζει το πρωινό τους γεύμα.
ΟΙ γάτες νιαουρίζουν, γουργουρίζουν, τρίβονται στα πόδια της και τα σκυλιά κουνούν με τρελή χαρά την ουρά τους και χοροπηδάνε. Όλα ανυπομονούν να δουν, τι καλό τους ετοίμασε σήμερα η μαμά Μαρίνα!
Μια γειτόνισσα που περνούσε εκείνη την ώρα από εκεί, ακούει όλη αυτή τη «φασαρία», πλησιάζει, κοντοστέκεται στη μισάνοιχτη πόρτα και αντικρίζει μια εικόνα που καθόλου δεν της αρέσει, γιατί αντιπαθεί τα ζώα.
Αφού καλημερίζει την κ. Μαρίνα, της πετάει μια ειρωνική ατάκα που από καιρό κρατούσε:
"Άντε Μαρίνα, υπηρέτρια των ζωντανών έχεις γίνει…"
Προσπερνώντας την κακοτροπιά της η κ. Μαρίνα, γιατί δε θέλει να χαλάσουν τις καρδιές τους (πρώτα θα δεις το γείτονα και μετά τον ήλιο, λέει μια παροιμία) και καθότι καλόκαρδος και ευγενής άνθρωπος, της απαντά:
-Τα φροντίζω, γιατί τ΄ αγαπάω και τα πονάω και γιατί δεν έχουν κανέναν στον κόσμο, μόνο εμένα. Ήταν όλα ταλαιπωρημένες ψυχές, που γυρνούσαν στο δρόμο προσπαθώντας να ζήσουν!.
"Μα εσύ, συνέχεια με «τούτα» ασχολείσαι… Δε βαριέσαι, δεν κουράζεσαι, δεν σ’ έχουν τρελάνει να γυρνάνε συνεχώς γύρω σου;"
συνεχίζει πικρόχολα η γειτόνισσα.
-Μου αρέσει να φροντίζω αυτούς που αγαπάω και που με χρειάζονται, της απαντά.
Για την κ. Μαρίνα, που είναι ένας πολύ δοτικός άνθρωπος, το να φροντίζεις κάποιον που αγαπάς δε σημαίνει, ότι είσαι υπηρέτης του, αλλά ότι του δείχνεις έμπρακτα την αγάπη σου! Κι όταν προσφέρεις, νιώθεις γεμάτος, νιώθεις χαρά και ικανοποίηση και όχι πως κάνεις αγγαρεία.
Μα η πολύξερη γειτόνισσα δεν το βάζει κάτω και συνεχίζει:
"Ναι, όταν πρόκειται για ανθρώπους!
Τι σου προσφέρουν "τούτα" εδώ, εκτός από έξοδα, κούραση και φασαρία;
Βοήθα κανέναν άνθρωπο που έχει ανάγκη να πιάσει και τόπο και ν' ακούσεις κι ένα ευχαριστώ… "
Η κ. Μαρίνα για μια στιγμή σκέφτηκε, πως ήταν ανώφελο να συνεχίσει αυτή την κουβέντα.
Όμως η γειτόνισσα με τις αγενείς ερωτήσεις της, της έδινε την ευκαιρία για πρώτη φορά στα τόσα χρόνια, να μιλήσει για τη σχέση με τα ζώα της και δε θα την έχανε. Κι ας μην καταλάβαινε τα όσα θα έλεγε κι ας συνέχιζε να την ειρωνεύεται, την κ. Μαρίνα καθόλου δεν την ένοιαζε...
Γυρίζει λοιπόν και της λέει:
-Ο καθένας μας, κάνει αυτό που του λέει η καρδιά του γειτόνισσα! Κι αν θέλει να προσφέρει, το κάνει σε όποιον έχει ανάγκη και δεν ξεχωρίζει, αν είναι άνθρωπος ή ζώο και ούτε περιμένει ανταπόδοση.
Όλοι μας έχουμε την ανάγκη κάποιου, γιατί η ζωή δεν είναι πάντα εύκολη για κανέναν!
Κι είναι στ΄ αλήθεια τυχερός, εκείνος που έχει κάποιον κοντά του τις ώρες που τον χρειάζεται, που να τον νιώθει κιόλας... Να είναι δίπλα του επειδή το θέλει και όχι από υποχρέωση, χωρίς να τον κρίνει, χωρίς να τον πληγώνει, χωρίς να περιμένει ανταλλάγματα!
Μα και πόσες φορές ψάχνουμε γύρω μας να βρούμε έναν άνθρωπο και... μπορεί να μη δούμε κανέναν; Γιατί οι άνθρωποι έχουν τα δικά τους προβλήματα, τις υποχρεώσεις τους και ασχολούνται με τη δική τους ζωή...
Αυτά τα πλασματάκια, που εσύ τα λες "ζωντανά" είναι πάντα κοντά μου, δε με εγκατέλειψαν ποτέ!
Έχω συντροφιά την κάθε στιγμή κι έτσι δε νιώθω ποτέ μόνη, βρίσκω παρηγοριά στο νιαούρισμα και στο γάβγισμά τους, γιατί είναι οι φωνούλες που "σπάνε" τη μονότονη ησυχία μου, μου χαρίζουν απλόχερα αγκαλιές γεμάτες τρυφερότητα και με ηρεμούν κάθε φορά που είμαι λυπημένη, μου κάνουν παρέα τις νύχτες και δε φοβάμαι και το κάνουν γιατί το θέλουν και όχι γιατί αναγκάζονται, τους μιλάω και με κοιτούν στα μάτια και με ακούνε με προσοχή χωρίς να με κρίνουν και νιώθω πως με καταλαβαίνουν, γουργουρίζουν και κουνάνε ακούραστα την ουρά τους για να μου δείξουν τη χαρά τους και τότε το σπίτι μου γεμίζει από χαρά!
Δε με στεναχώρησαν και δε με πλήγωσαν ποτέ! Μόνο απέραντη αγάπη, ευγνωμοσύνη και αφοσίωση βλέπω στο βλέμμα τους κι αυτό, μου γεμίζει την καρδιά και μου δίνει δύναμη!
Βλέπεις λοιπόν;
Με χίλιους τρόπους μου "ξεπληρώνουν" τις δικές μου "υπηρεσίες", όπως εσύ θέλεις να το λες και τους δικούς μου κόπους, χωρίς να τους ζητήσω τίποτα!
Και όσα η ψυχή μου λαχταράει, μου τα δίνουν μαζεμένα και χίλιες φορές ακόμα, τούτοι οι μικροί άγγελοι που δεν είναι άνθρωποι, μα πιο πολύ σε νιώθουν…
Και δεν έχουν απαιτήσεις... Η αγάπη μου και λίγο φαγητό, τους φθάνει και τους περισσεύει για να είναι χαρούμενα και να μ΄ αγαπούν, όπως είμαι!
Η γειτόνισσα την κοίταζε περίεργα, της φαίνονταν τόσο ακαταλαβίστικα όσα έλεγε και δε μίλησε άλλο.
-Εσύ, για που το 'βαλες πρωί-πρωί; Έλα να σε κεράσω έναν καφέ, μη στέκεσαι στην πόρτα, της λέει η κ. Μαρίνα.
"Όχι, θα φύγω, πάω να μαζέψω χόρτα να μου περάσει η μέρα, γιατί ένιωθα να με πλακώνει το σπίτι σήμερα!
Ο Νίκος (ο άνδρας της) πάει για κυνήγι με τους φίλους του και θα λείψει 3 μέρες κι ο Κώστας (ο γιός της) βρήκε δουλειά στην Αθήνα και έφυγε χθες το βράδυ."
-Καλό δρόμο γειτόνισσα… της λέει η κ. Μαρίνα, χαμογελώντας της με συμπάθεια.
Εκείνη τη χαιρέτησε με μια απορία στο βλέμμα, γιατί δε μπορούσε με τίποτα να χωνέψει όλ’ αυτά που άκουσε, ούτε και να καταλάβει, πως γίνεται να βρίσκεις όλ' αυτά στα "ζωντανά".
Απομακρύνθηκε μουρμουρίζοντας:
"Πάει... της σάλεψε της Μαρίνας! Ξέκοψε από τους ανθρώπους..."
Η κ. Μαρίνα, άκουσε τα λόγια της, μα δεν της θύμωσε. Το ήξερε, πως η γειτόνισσά της αντιπαθεί τα ζώα και το ήξερε από την αρχή, ότι δε θα καταλάβει.
Μα ούτε και της απάντησε. Τι να της πει;
Ότι δεν ξέκοψε εκείνη από τους ανθρώπους, αλλά αυτοί, γιατί η αγάπη της για τα ζώα ενοχλεί;
Ότι δε θέλουν να την επισκέπτονται γι΄ αυτό το λόγο κι αν το κάνουν καμιά φορά, στέκονται στην πόρτα, όπως εκείνη;
Η πόρτα της κ. Μαρίνας, είναι πάντα ανοιχτή για όλους ανεξαιρέτως και δεν κρατάει κακία σε κανέναν.
Μόνο που τη στεναχωρεί το γεγονός, ότι άνθρωποι σαν τη γειτόνισσά της, έχουν κλείσει τις πόρτες τους στα ζώα και δεν ξέρουν τι χάνουν, ούτε πόσο όμορφη θα ήταν η ζωή κοντά τους!
Τα αντιπαθούν... δεν τα θέλουν... χωρίς να τα έχουν γνωρίσει.
Αν μαλάκωνε λίγο η καρδιά τους κι αν άνοιγαν την αγκαλιά και το σπίτι τους σε ένα ζωάκι, τότε όχι μόνο θα άλλαζαν γνώμη, θα άλλαζε όλη τους η ζωή!
Γιατί θα γέμιζε το σπίτι τους με χαρά και δε θα το ένιωθαν ποτέ να τους πλακώνει, γιατί η πολύτιμη συντροφιά του δε θα τους άφηνε να νιώσουν μόνοι ούτε μια στιγμή και γιατί η άδολη αγάπη του θα γέμιζε και θα ζέσταινε την καρδιά τους!
Ελένη Κασπίρη
Θετική εκπαιδεύτρια σκύλων